Κυριακή 6 Νοεμβρίου 2016

Καληνύχτα Αλέξανδρε και όνειρα γλυκά



Δεν θυμάμαι το όνομά της , όμως δεν έχει αλήθεια και τόσο σημασία. Ας της δώσουμε μαζί ένα όνομα... Να την πούμε Βάγια; Η Βάγια λοιπόν μεγάλωσε με αγάπη άλλα και πόνο. Αντιφατικό θα μου πείτε κι όμως γίνεται. Μη σας φαίνεται παράξενο... κάπως έτσι μεγαλώνουν πολλά παιδιά. Θα καταλάβετε γιατί...

Σαν η Βάγια έγινε σωστή γυναίκα, κουβαλώντας γλυκά όλα όσα ειχε ζησει βρηκε τον πριγκηπα της. Εναν πριγκηπα τοσο ομορφο, δυνατο. Και νομιζε πως ο δικος της ο πριγκηπας ειναι ο πιο ομορφος απο ολους! Περνουσαν τα χρονια ευτυχισμενα και μαζι εφτιαξαν το παλατι τους. Ενα παλατι φιαγμενο απο την αγαπη τους. Κανεις εχθρος δεν μπορουσε να τους απειλησει, τοσο καλα το ειχαν οχυρωσει . Ηρθε λοιπον η ευλογημενη στιγμη, εκεινη η στιγμη που κανει ευτυχισμενο καθε ζευγαρι. Εφεραν στον κοσμο το μωρακι τους. Το περιμεναν με τοση λαχταρα!

Ποσα ονειρα ειχε κανει η Βαγια γι αυτο το μωρο... Θα του διαβαζω... σκεφτοταν. . θα του γνωρισω τον κοσμο ολο. Θα του μαθω να τραγουδα μαζι μου... θα γινει ευγενικο σαν εμενα και ομορφο σαν τον πριγκηπα μου.


.... Μα τι ειναι αυτο; Μολις πηρε το μωρο στην αγκαλια της εχασε τη γη κατω απο τα ποδια της!

Το μωρο αντι για χερια ειχε φτερα! Τα εχασε η Βαγια.... Οπως ολες οι μανουλες ομως ετσι εκανε κι αυτη το αυτονοητο. Το πηρε αγκαλια, το φιλησε και εκρυψε τις φτερουγες του μεσα στο κουβερτακι. Κι ενα παραξενο πραγμα... το αγαπουσε τοσο πολυ αυτο το μωρο που σταματησε να βλεπει τα φτερα του. Αληθεια σας λεω, ειχε πεισει τον εαυτο της πως αυτα ηταν αληθινα χερια.


Και περνουσε ο καιρος και το μωρο μεγαλωνε κι εγινε ενα τοσο δα μικρο παιδακι. Ενα παιδακι που ετρεχε σαν σιφουνας, λιγο αδεξιο και πολυ πεισματαρικο. Εσπαγε οτι εβρισκε μπροστα του, εκλαιγε συνεχεια, δεν ηθελε ουτε τον μπαμπα του ουτε τη μαμα του. Δεν ηθελε κανεναν... δεν αντεχε να τον ακουμπανε, ουτε να τον κοιταζουν. Αυτα ολα εκαναν τη Βαγια δυστυχισμενη. Κι ελεγε συνεχεια στον πριγκηπα της:


-Το παιδι μας μηπως ειναι αρρωστο; Γιατι δεν μας θελει... γιατι δεν μιλαει; Ουτε μια λεξη; Τι θα κανουμε; Τον αγαπω τοσο πολυ κι αυτος δεν με κοιταει! Θελω να του πω τοσα, αλλα ουτε να τον ακουμπησω δεν με αφηνει!

Πηραν λοιπον την αποφαση να πανε το παιδι στον πιο ισχυρο μαγο ολοκληρου του κοσμου. Του εδωσαν αμετρητα χρυσα νομισματα αλλα αυτος δεν ηξερε τι να τους πει. Μετα απο πολυ σκεψη ο μαγος βρηκε τη λυση... Το παιδι σας τους λεει δεν ειναι σαν τα αλλα παιδια, ειναι μαγεμενο. Γι αυτο δεν μπορει να μιλησει, γι αυτο κανει σαν τρελλο.

Τι περιεργο ομως, κανεις, μα κανεις, ουτε ο μαγος δεν προσεξε τις φτερουγες του! Ηταν γιατι ηταν κρυμμενες κατω απο την μπλουζα του, ηταν γιατι κανεις δεν ηθελε να τις δει;Ποιος ξερει... Ακολουθησαν λοιπον τις συμβουλες του. Πηραν ενα τεραστιο χρυσο κλουβι για να μη μπορει να τρεχει γρηγορα και χτυπαει. Του πηραν πενες, χαρτια, χρωματα, ξυλινα γραμματα και αριθμους κι ενα γιατροσοφι φτιαγμενο με σοφια απο τον καλυτερο φαρμακοποιο της χωρας...

- Θα του δινετε το γιατρικο και θα του κανετε πολλα πολλα μαθηματα και ισως με το χρονο μαθει να μιλαει, να γραφει, να ζωγραφιζει.... .


- Ναι αλλα θα μαθει να με αγαπα; ρωτα η Βαγια.

Τι να πει ο καημενος ο μαγος; Μαγος ηταν οχι θεος!

Κι ηταν ολα ματαια, ο καιρός περνούσε και το παιδι χειροτερο γινοταν καλυτερο οχι. Και η Βαγια μαραζωνε κι ο πριγκηπας δεν μπορουσε να τη βοηθησει, ουτε αυτην ουτε το παιδι τους. Έφερνε μαγους απο ολο τον κοσμο σοφούς και διαβασμένους. Κι οσο ακουμπουσαν το παιδι τοσο εκεινο εξαγριωνοταν. Και ουτε λεξη... δεν ειχε πει ουτε μια λεξουλα τοσο δα μικρη.


Το παιδι ομως μιλουσε, μιλουσε στη δικη του γλωσσα. Δεν έφταιγε εκείνο που δεν εβλεπαν τα φτερα του. . Ετσι γεννηθηκε... μισος ανθρωπος μισος πουλι. Δεν ειχε μονο τα φτερα του πουλιου, ειχε και τη φωνη του, τη σκεψη του. Σαν τον αετο που πετα στον ουρανο ελεύθερος, χωρις συντροφια. Και τους μιλουσε, τους φωναζε...

-Οι φτερουγες μου δεν μπορουν να πιασουν πενες, χαρτια, εγω δεν εχω χερια! Αφηστε με να πεταξω... σας αγαπω αλλα δεν θελω να με αγγιζετε, με πονατε! Θελω να πεταξω... αυτο ξερω να κανω γι αυτο εχω γεννηθει! Γιατι με φυλακισατε; Παρτε τα γιατρικα σας με κανουν να νυσταζω ,δεν βλεπω καθαρα!

Κανεις ομως δεν τον ακουγε... ακομη και η Βαγια που τον αγαπουσε πιο πολυ κι απο τη ζωη της...

-Ε λοιπον το σκεφτηκα ειπε το παιδι. Θα τους κανω να δουν τα φερα μου! Θελουν δεν θελουν!


Κι αρχισε να τα κουναει πανω κατω... καθε μερα και πιο πολυ. Ετσι κι εγινε λοιπον, ακριβως οπως το ειχε σκεφτει. Η Βαγια καποια στιγμη κουραστηκε να ειναι θλιμμενη και μεσα της σαν να ξυπνησε μια σοφια. Ξαφνικα ειδε τα φτερα του παιδιου της κι ανοιξε το κλουβι να δει τι θα κανει! Και ηταν μαγικο! Αυτο αρχισε να πεταει απο πανω της, να κανει κυκλους, ακροβατικα και ηταν ευτυχισμενο! Και μπορει να μην καταλαβαινε τα λογια του καταλαβαινε ομως τι ελεγε η καρδια του! Και ηταν κι εκεινη ευτυχισμενη! Για πρωτη φορα το ενιωθε κοντα της κι ας ηταν μακρια! Το παιδι νιώθοντας την πραγματικη αγαπη της μανας του, αρχισε να την πλησιαζει.


Καθε μερα και περισσότερο, μεχρι που της χαρισε την αγκαλια του μεσα απο τις ομορφες φτερουγες του. Έμαθε να τραγουδαει τα τραγουδια της. Εμαθε να ζωγραφιζει, να λεει μικρες λεξουλες... στην αρχη δειλα και μετά ολο και καλυτερα! Γιατι η αγαπη κανει τα μεγαλυτερα θαυματα. Το αγαπουσε πια γι αυτο που ήταν και το αφησε ελευθερο να ειναι οπως ακριβως το γεννησε.


Γιατι αγαπησε τα φτερα του οσο την αγαπουσε αυτο. Και ναι... ηταν πια ευτυχισμενο!

7 σχόλια:

  1. Αυτά τα φτερακια τους και γω πια αγαπώ να βλέπω να πετούν απτη χαρά τους!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Ακριβώς αυτο συμβολίζει η κινηση στις φτερουγες στο παραμυθι!!! Νιώθω μεγαλη χαρά που περνάει σε εσάς αυτό! Σε ευχαριστώ πολύ!

      Διαγραφή
  2. Μεγάλη ιστορία με το βάρος πουπουλένιων λέξεων! Η αγάπη τελικά κάνει θαύματα! Να είσαι γερή!

    ΑπάντησηΔιαγραφή